- προέκρινε
- προέκρῑνε , προκρίνωchoose before othersaor ind act 3rd sgπροέκρῑνε , προκρίνωchoose before othersimperf ind act 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Κέλσεν, Χανς — (Hans Kelsen, Πράγα 1881 – Καλιφόρνια ΗΠΑ 1973). Αυστριακός νομικός. Δίδαξε στα πανεπιστήμια της Βιέννης και της Κολονίας, αλλά εγκατέλειψε τη Γερμανία μετά την άνοδο του ναζισμού και συνέχισε τη διδασκαλία του στη Γενεύη και στην Πράγα. Κατόπιν… … Dictionary of Greek